Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑ ΣΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΣΕΕ



 

15/1/2016

ΘΑΝΟΣ  ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΕΛΟΣ Ε.Ε. ΓΣΕΕ

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Μετά την υπογραφή από την Κυβέρνηση της δανειακής Συμφωνίας και του 3ου Μνημονίου με τους πιστωτές της χώρας τον Ιούλιο, αλλά και τις εκλογές που ακολούθησαν και ανέδειξαν εκ νέου τη νέα διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η χώρα μας εξακολουθεί  να βρίσκεται και να έχει  παγιδευτεί   σε ένα νέο φαύλο κύκλο λιτότητας, ύφεσης και ανεργίας.
 Δυστυχώς και αυτή η Κυβέρνηση, καταστρατηγώντας βάναυσα όλες τις αρχικές εξαγγελίες και δεσμεύσεις της, προχώρησε τελικά στην υπογραφή ενός  3ου σκληρού Μνημονίου, υιοθετώντας και εφαρμόζοντας το σύνολο των γνωστών νεοφιλελεύθερων πολιτικών και μέτρων, που υπέδειξαν οι δανειστές της χώρας και οι «θεσμοί» τους.
Η χώρα μας εξακολουθεί να παραμένει εγκλωβισμένη στα δεσμά της υποτέλειας και της οικονομικής επιτροπείας από τους δανειστές. Συνεχίζει να εφαρμόζει πολιτικές αέναης λιτότητας, συνεχούς εσωτερικής υποτίμησης, πλήρους ευελιξίας στην αγορά εργασίας, δυσβάσταχτης φορολογίας για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές τάξεις, αναδιάρθρωσης του οικονομικού μοντέλου με εξαφάνιση της μικρής και μεσαίας επιχείρησης, με συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, μέσω ιδιωτικοποιήσεων και εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, με διάλυση του κράτους πρόνοιας, του ασφαλιστικού και των συντάξεων.     
Οι επιλογές της Κυβέρνησης γέννησαν ένα σοβαρό κλίμα ηττοπάθειας και μελαγχολίας, αναπαράγοντας διλήμματα του παρελθόντος και εμπεδώνοντας ένα κλίμα ότι ο αντίπαλος είναι παντοδύναμος, ότι τα Μνημόνια είναι μονόδρομος, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση και ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει.
Ο  δρόμος που έχουμε μπροστά μας είναι ακόμα πιο δύσκολος από ότι ήταν όλο το προηγούμενο διάστημα. Μετά τις εκλογές, υπάρχουν ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες, λόγω τoυ νέου μνημονίου και των απαιτήσεων των δανειστών και με στόχο την ανατροπή των νέων βάρβαρων μέτρων.
Σήμερα, ως εργαζόμενοι και πολύ περισσότερο ως  οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα, έχουμε την απόλυτη υποχρέωση και το απόλυτο καθήκον να αντιστρέψουμε το συντομότερο δυνατόν αυτή την κατάσταση της ηττοπάθειας και ακινησίας.
Έχουμε καθήκον να βγούμε επιθετικά μπροστά, ενημερώνοντας και οργανώνοντας τους εργαζόμενους και την κοινωνία.
Έχουμε υποχρέωση να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις σοβαρής οργάνωσης, ανάπτυξης και συντονισμού εργατικών και κοινωνικών αγώνων, που θα αντιστέκονται στις καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων και θα τις ακυρώνουν στην πράξη. 
Με άλλα λόγια, το συνδικαλιστικό κίνημα και πάνω από όλα η ΓΣΕΕ, έχουν  καθήκον να απορρίψουν τον ισχυρισμό, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στα μνημόνια και στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, διότι εάν τον δεχθούν, τότε θα έχουν  αναιρέσει τους λόγους ύπαρξης των συνδικάτων, των εργατικών και κοινωνικών αγώνων και θα αφαιρούσαν κάθε διαπραγματευτική δύναμη των ελληνικών κυβερνήσεων έναντι των δανειστών.
Οι προηγούμενες Γενικές Απεργίες στις 12 Νοέμβρη και στις 3 Δεκέμβρη, παρά τα όποια προβλήματα στην προετοιμασία τους, υπήρξαν κατά κοινή αποδοχή και μετά από μήνες ακινησίας, το πρώτο θετικό βήμα, όπου το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα πήρε ξανά αγωνιστικές πρωτοβουλίες, προβάλλοντας τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις του, αντιστεκόμενο στις αντεργατικές – αντιλαϊκές πολιτικές που επιβάλλει η Κυβέρνηση στο πλαίσιο του 3ου Μνημονίου.
Τα ανοιχτά μέτωπα που έχουμε μπροστά μας είναι τόσο πολλά και τόσο δύσκολα, ώστε θα χρειαστεί να υπερβάλουμε τους εαυτούς μας και  να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να τα αποτρέψουμε με τις δράσεις μας και τον αγώνα μας. Οι «υποχρεώσεις» της Κυβέρνησης, με βάση τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των δανειστών, είναι ατελείωτες και επώδυνες.

ΤΑ ΜΕΤΩΠΑ ΔΡΑΣΗΣ ΜΑΣ ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ

Ασφαλιστικό

Με την είσοδο της νέας χρονιάς, η επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους συνεχίζεται με νέα ένταση και με κορυφαίο ζήτημα την επικείμενη ψήφιση του νέου Ασφαλιστικού νόμου στο πλαίσιο της μνημονιακής της δέσμευσης για δραστική περικοπή της συνταξιοδοτικής δαπάνης, κληρονομιά των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Η λεγόμενη «μεταρρύθμιση» της Κοινωνικής Ασφάλισης, που προωθεί άμεσα και με γρήγορους ρυθμούς η Κυβέρνηση, δεν θα είναι ακόμα μια επιμέρους παρέμβαση. Θα είναι μια παρέμβαση που ουσιαστικά θα αποδομήσει τη Δημόσια Κοινωνική Ασφάλιση και θα οδηγήσει σε συντάξεις φτώχειας για τη συντριπτική πλειοψηφία των συνταξιούχων, σημερινών και μελλοντικών.
Το Ασφαλιστικό νομοσχέδιο εντάσσεται καθαρά στην Κυβερνητική δέσμευση του 3ου Μνημονίου που ορίζει ότι, η συνταξιοδοτική  δαπάνη,  κατά τη διάρκεια της 2ετίας 2015 -2016, θα πρέπει να μειωθεί κατά 2,25 δισ. Ευρώ (μόνο μέσα στο το 2015 θα πρέπει να περικοπούν 700 εκατ. Ευρώ)
 Το νομοσχέδιο είναι η αρχή της ολοκλήρωσης της μετατροπής της Κοινωνικής Ασφάλισης, από Δημόσια, Κοινωνική, Αναδιανεμητική και Αλληλέγγυα, σε ένα ιδιωτικοοικονομικό και κεφαλαιοποιητικό σύστημα Ασφάλισης.
Πρόκειται για μια νομοθετική παρέμβαση που μετατρέπει τις συντάξεις σε επιδόματα και οδηγεί αναπότρεπτα τους εργαζόμενους στην ιδιωτική ασφάλιση και μόνο όσους έχουν και μπορούν να ενταχθούν σ’ αυτήν, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο τις ταξικές ανισότητες.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν θα υπάρξει καμία μείωση στις κύριες συντάξεις. Το 3ο μνημόνιο όμως προβλέπει μεταβολές και παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό που όλες καταλήγουν σε μειώσεις και αυτές είναι:
  • Οι αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων για όσους συνταξιοδοτούνται μετά τον Ιούλη του 2015 και η καταβολή μόνο του αναλογικού μέρους της πριν την ηλικία των 67 ετών.
  • Η σταδιακή περικοπή του ΕΚΑΣ μέχρι την πλήρη κατάργησή του το 2019 και η μείωση της κατώτερης σύνταξης από τα 486 στα 384 ευρώ.
  • Η περικοπή, για το 2015, 450 εκ. ευρώ από το ασφαλιστικό σύστημα και από 1% του ΑΕΠ για το 2016 και 2017, δηλαδή άλλα 3,6δις ευρώ.
  • Η αύξηση κατά 2% στις κύριες και 6% στις επικουρικές των κρατήσεων για την υγειονομική περίθαλψη, πού τέθηκε σε ισχύ από τον Ιούλιο, αλλά και νέα αύξηση εισφορών τώρα στο όνομα της διατήρησής τους.
  • Η επαναφορά στις επικουρικές συντάξεις της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος - που απλά μετονομάστηκε σε κανόνα βιωσιμότητας - και η κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης και των εισφορών από τρίτους, τα οποία θα μειώσουν άμεσα τις επικουρικές συντάξεις, μέχρι την πλήρη κατάργησή τους και την ενσωμάτωση, όσων και ό,τι θα έχει απομείνει, στις κύριες συντάξεις.
  • Η διαφαινόμενη αντιμετώπιση της καταβολής των επιδικασμένων από το ΣτΕ αναδρομικών συντάξεων από τις μειώσεις του 2012, μέσω του επανυπολογισμού τους, θα επιφέρει μειώσεις στο σύνολο των ήδη καταβαλλομένων συντάξεων.

Όλα αυτά  αναδεικνύουν σε προσχηματικό τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι δεν θα υπάρξει μείωση των συντάξεων, και αυτό διότι η σύνταξη, είτε είναι κύρια είτε είναι επικουρική, αποτελεί το εισόδημα του συνταξιούχου.
Αυτές οι νέες ανατροπές έρχονται να συμπληρώσουν τις συνεχείς μειώσεις των συντάξεων που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια και την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, που πλέον οι προϋποθέσεις πλήρους σύνταξης στο μέλλον θα είναι απαγορευτικές για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και ιδιαίτερα των νέων.
Tα συνδικάτα έχουν ξεκάθαρο πλαίσιο αιτημάτων και διεκδικούν:
α. Ένα δημόσιο και καθολικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, αλληλέγγυο και αναδιανεμητικό, με καθορισμένες παροχές το οποίο θα καταβάλει με την εγγύηση του κράτος αξιοπρεπείς συντάξεις.
β. Την επαναφορά της 35ετίας και όριο ηλικίας τα 58 χρόνια και της 37ετίας χωρίς όριο ηλικίας για την καταβολή πλήρους σύνταξης σε όλους τους ασφαλισμένους, σε παλιούς και νέους, σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και σε όλα τα ασφαλιστικά ταμεία, με βάση τον μέσο όρο της καλύτερης πενταετίας της τελευταίας δεκαετίας και με το 80% αναπλήρωση.
Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα δεν χωρίζονται σε ηλικιακές κατηγορίες, επαγγελματικούς κλάδους και χώρους εργασίας.
γ. Τη διατήρηση του θεσμού των ΒΑΕ.  Την επαναφορά της 35ετίας στο όριο ηλικίας 55 χρόνων, των 60 για την καταβολή κατώτερης σύνταξης και των 58 για τα υπέρ βαρέα (οικοδόμους, εργάτες καθαριότητας, ορυχείων κλπ).
δ. Την καταβολή της κατώτερης σύνταξης στο ύψος των 20 ημερομισθίων του ανειδίκευτου εργάτη, με 4.500 ένσημα ή 15 χρόνια εργασίας και σε ηλικία 65 ετών.
ε. Την άμεση χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος από πρόσθετους κρατικούς και κοινωνικούς πόρους. 

Όσο όμως η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους εκτός παραγωγής
Όσο δεν ισχύουν οι ΣΣΕ και το 75% σήμερα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αμείβονται με 520 και 580 ευρώ μικτά
Όσο οι εργασιακές σχέσεις ελαστικοποιούνται και απορρυθμίζονται, η μερική απασχόληση και η εκ περιτροπής εργασία διευρύνεται και το 32% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αμείβεται με 4ωρα, ενώ στην πράξη δουλεύουν 10ωρα και 12ωρα
Όσο η εισφοροδιαφυγή και η μαύρη και ανασφάλιστη εργασία καθημερινά διευρύνεται και παγιώνεται
Όσο θα συνεχίζεται η υφεσιακή πολιτική και θα χτυπιέται και θα τσακίζεται με φορομπηχτικά μέτρα και με κλειστές τις κάνουλες χρηματοδότησης από τις τράπεζες η μικρομεσαία επιχείρηση που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας και απασχολεί το 90% των εργαζομένων της χώρας μας
Όσο λοιπόν θα συνεχίζεται η φορομπηχτική πολιτική και θα συρρικνώνεται το εισόδημα των εργαζομένων,
Τόσο το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα διαλύεται και οι συντάξεις θα αποτελούν προνιακά επιδόματα, αφού κανένας εργαζόμενος δεν θα συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης και λήψης ακόμα και αυτών των πετσοκομμένων συντάξεων.
Αυτό λοιπόν, είναι το πρόβλημα του ασφαλιστικού. Ένα πρόβλημα καθαρά πολιτικό και όχι διαχειριστικό. Ένα πρόβλημα που ακουμπάει στην εφαρμοζόμενη μνημονιακή πολιτική και που όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τις κύριες αιτίες του ασφαλιστικού, αλλά αντίθετα η συνέχισή της θα επιταχύνει τη διαλυτική, κατηφορική του πορεία.
Θεωρούμε αδιανόητη και ψέμα την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης για τους νέους ασφαλισμένους που δεν θα πρέπει να πληρώσουν για τις συντάξεις των παλαιών. Ένα ανήθικο ψέμα αφού οι παλαιοί εργαζόμενοι έχουν πληρώσει για τις συντάξεις τους, απλά καταληστεύθηκαν τα χρήματά τους.
Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και τα ασφαλιστικά ταμεία έφτασαν σήμερα εδώ, διότι διαχρονικά κατασπαταλήθηκαν και καταληστεύθηκαν τα αποθεματικά από το κράτος.
Εμείς θυμίζουμε απλά τα «θαλασσοδάνεια» της δεκαετίας του ’60, τις άτοκες καταθέσεις μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80 στην Τράπεζα της Ελλάδος και μάλιστα σε περίοδο υψηλού πληθωρισμού, τη στήριξη της «φούσκας» του χρηματιστηρίου, το δομημένα και «τοξικά» ομόλογα, το PSI, την άθλια διαχείριση, αλλά ακόμη και πρόσφατα με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που έγινε από τη σημερινή κυβέρνηση, και  τα ταμεία έχασαν 1,5 δις ευρώ περίπου.
 Κατά συνέπεια, ο αγώνας μας για τη διάσωση της Κοινωνικής Ασφάλισης, δεν μπορεί να είναι ούτε αποσπασματικός, ούτε «τεχνοκρατικός». Χρειάζεται να τον εντάξουμε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής και συνδικαλιστικής διεκδίκησης, το οποίο:
1.     Θα ακυρώνει τα νεοφιλελεύθερα  μνημόνια, θα θέτει ως προτεραιότητα τα συμφέροντα των εργαζομένων και του λαού και όχι αυτά των δανειστών και θα προχωρά σε γενναία αναδιανομή των εισοδημάτων και σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων.
2.     Θα αποκαθιστά την φορολογική δικαιοσύνη με την φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου και του μεγάλου πλούτου και την ελάφρυνση και απαλλαγή των χαμηλών εισοδημάτων.
3.     Θα δημιουργεί νέες, σταθερές και με πλήρη απασχόληση θέσεις εργασίας και θα αντιμετωπίζει την ανεργία, μέσα από ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας σε όφελος του τόπου.
4.     Θα καταργεί τη μαύρη, ανασφάλιστη και ενοικιαζόμενη εργασία, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις και θα παίρνει μέτρα κατά της εισφοροδιαφυγής, βάζοντας τέρμα στην νεοφιλελεύθερη εμμονή, η οποία, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης, απαλλάσσει από τα βάρη τους εργοδότες και τα μετακυλύει στους εργαζόμενους.
5.     Θα αυξάνει την κρατική χρηματοδότηση σύμφωνα με τις ανάγκες του ασφαλιστικού συστήματος για την απονομή αξιοπρεπών συντάξεων και θα αποκαθιστά, με συμπληρωματικούς δημόσιους πόρους, που θα προέλθουν μέσα από την φορολόγηση των μεγάλων κερδών και του πλούτου, τη διαχρονική λεηλασία των αποθεματικών του από τις κυβερνήσεις και την εργοδοσία.

Εργασιακά

Το μέτωπο των εργασιακών σχέσεων, 6 χρόνια μετά την πλήρη απορρύθμιση που επέβαλαν τα Μνημόνια, πρέπει να το ανοίξουμε ξανά. Πρέπει να επανεκιννήσουμε  με σοβαρούς όρους και σχεδιασμό τον αγώνα για την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και την καθολική – δεσμευτική ισχύ της ΕΓΣΣΕ και κυρίως του κατώτατου μισθού. 
Η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί υποτίθεται για την επανεξέταση και τον  «εκσυγχρονισμό»  των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αυτά όμως θα γίνουν με βάση τις νεοφιλελεύθερες «βέλτιστες πρακτικές» της Ε.Ε, πράγμα που σημαίνει ότι η Κυβέρνηση δεν προτίθεται να επαναφέρει το σύστημα των ΣΣΕ, της διαιτησίας ΟΜΕΔ κ.λπ. που ίσχυαν στη χώρα μας από το 1990.
Ταυτόχρονα εγκαταλείπεται και η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα προ μνημονίων εποχή, δηλ στα 751€, αφού πλέον γίνεται λόγος «…για τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού…».
 Μαζί με όλα αυτά, προωθείται και η υλοποίηση των νεοφιλελευθέρων  μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, όπου υπάρχει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή της εργαλειοθήκης 1 και 2 του ΟΟΣΑ, που πρακτικά αυτά σημαίνουν ανοιχτά καταστήματα τις Κυριακές, άνοιγμα επαγγελμάτων, ομαδικές απολύσεις, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αύξηση της ανεργίας.
Τέλος είναι ακόμα ανοιχτά τα ζητήματα της  αλλαγής της ισχύουσας συνδικαλιστικής νομοθεσίας με κύριο στόχο τον περιορισμό του δικαιώματος της προκήρυξης απεργίας κ.λπ.
Απέναντι σε όλα αυτά, η ΓΣΕΕ, δηλαδή ουσιαστικά η πλειοψηφία της διοίκησης της, εμφανίζεται επί μακρό χρονικό διάστημα άφωνη, ακίνητη και αμέριμνη. Διατυπώνει μεν ένα γενικό πλαίσιο αιτημάτων, το οποίο σχεδόν ποτέ δεν το μεταμορφώνει σε δράσεις, σε παρεμβάσεις, σε αγωνιστικές διεκδικήσεις με όρους ενότητας και μαζικότητας. 

Κόκκινα δάνεια, τράπεζες και λαϊκή κατοικία

Στον ωκεανό των κυβερνητικών μνημονιακών δεσμεύσεων δεσπόζουσα θέση κατέλαβε η «ανακεφαλαιοποίηση» των τραπεζών,  η οποία ναι μεν έγινε όπως έγινε, αλλά με  εξαιρετικούς  αρνητικούς όρους για το λαό μας και τους φορολογούμενους. Το ζήτημα όμως σχετίζεται άμεσα με τη διασφάλιση ή μη των καταθέσεων, τον χειρισμό των κόκκινων δανείων και την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς.   
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αλλαγή του κώδικα πολιτικής δικονομίας, αλλά κυρίως με το ζήτημα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων, δείχνουν καθαρά ότι τα κερδοσκοπικά γεράκια των ξένων ομίλων είναι προ των πυλών και ότι, η Κυβέρνηση  ανοίγει το δρόμο και επισπεύδει τη διαδικασία για κατασχέσεις της πρώτης κατοικίας, των καταθέσεων και των μισθών και συντάξεων.
Απέναντι σε όλα αυτά, η ΓΣΕΕ και το σ.κ. δεν μπορούν  παρά να αντιταχθούν και να αντισταθούν. Το μέτωπο της πάλης και του αγώνα των εργαζομένων και των συνδικάτων δεν μπορεί να έχει εκτός των διεκδικήσεών του, την προστασία της λαϊκής κατοικίας.  

Ιδιωτικοποιήσεις

Εκτός όμως από το Ασφαλιστικό, που για εμάς είναι η «μητέρα των μαχών», υπάρχουν πολλά ακόμα ανοιχτά μέτωπα.
Το καλοκαίρι και μέσα σε μια νύχτα πουλήθηκαν 14 αεροδρόμια, ενώ τα λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης είναι σε άμεση σειρά προτεραιότητας, μαζί  με το Ελληνικό και τον Αστέρα Βουλιαγμένης, τη ΔΕΗ κ.λπ. Αυτά που έχουν υπογραφεί από την κυβέρνηση στο κείμενο της συμφωνίας, αλλά και στο 3ο μνημόνιο, με εξέχουσα την πρόθεση της να προχωρήσει με γρήγορους ρυθμούς τη διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, οδηγούν σε εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και των δημόσιων αγαθών του λαού και της χώρας.
Οι ιδιωτικοποιήσεις αυτές, ακόμη και με τη μορφή των μακροχρόνιων μισθώσεων και των ΣΔΙΤ, θα έχουν επιπλέον σαν αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών σε βασικά δημόσια αγαθά όπως η ενέργεια, το νερό και οι μεταφορές και τον αποκλεισμό ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας από την παροχή αυτών των αγαθών.
Το ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΓΣΕΕ, σήμερα κιόλας θα πρέπει να πάρει απόφαση,  να καλέσει  όλες τις Ομοσπονδίες, και όχι μόνο αυτές  των ΔΕΚΟ, όλα τα ΕΚ, όλα τα πρωτοβάθμια σωματεία για να εκπονήσουμε ένα συνεκτικό σχέδιο δράσης αποτροπής των ιδιωτικοποιήσεων που σχεδιάζει η Κυβέρνηση.

Προσφυγική κρίση

Η προσφυγική κρίση, πέρα από τα δραματικά χαρακτηριστικά της ανθρωπιστικής καταστροφής που έχει λάβει όλο το προηγούμενο διάστημα  και στην  οποία το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα δυστυχώς δεν έχει παρέμβει, έχει και εξαιρετικά αρνητικές οικονομικές συνέπειες, διότι το οικονομικό κόστος αντιμετώπισής της σε συνθήκες μνημονίου είναι κάτι παραπάνω από δυσβάσταχτο. Ήδη οι δανειστές της χώρας  διαμηνύουν ότι δεν πρέπει να γίνεται διασύνδεση του προσφυγικού προβλήματος με την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου και ότι καμία χαλάρωση δεν επιτρέπεται λόγω των έκτακτων δημοσιονομικών πιέσεων που δημιουργούνται από την έκταση της προσφυγικής και ανθρωπιστικής κρίσης.
Η ΓΣΕΕ δεν μπορεί να συνεχίζει να είναι άφωνη απέναντι σε αυτό το πρόβλημα, που επηρεάζει την κοινωνία, επηρεάζει την τοπική και εθνική οικονομία, επηρεάζει τους εργαζόμενους.
Η ΓΣΕΕ θα πρέπει να παρέμβει άμεσα στο Προσφυγικό ζήτημα, αναδεικνύοντας την αμέριστη Αλληλεγγύη των εργαζομένων στους πρόσφυγες, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες ανάδειξης του προβλήματος και των συνεπειών του, αναλαμβάνοντας δράσεις αλληλεγγύης και εθελοντισμού σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, αναλαμβάνοντας ευθύνη παρέμβασης και προτάσεων προς την Κυβέρνηση σε ότι αφορά αυτό τη διαχείριση και λύση του.
Η Αλληλεγγύη των εργαζομένων και της ΓΣΕΕ στην Προσφυγική κρίση, θα πρέπει να είναι παρούσα καθημερινά.  

Η δράση των συνδικάτων  και της ΓΣΕΕ το επόμενο διάστημα.

Συνάδελφοι,

Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση κινείται με κατεπείγουσες διαδικασίες στην υλοποίηση των μνημονιακών της υποχρεώσεων και την επιβολή αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων.
Η δέσμη αυτών των μέτρων είναι σίγουρο ότι θα συναντήσει  σε μεγάλο βαθμό την αντίδραση των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των αγροτών, των  μικρομεσαίων και της νεολαίας.
Το ζητούμενο είναι το πώς αυτή η δυσαρέσκεια και αντίδραση θα εκφραστεί με αγωνιστικό τρόπο, διότι το κλίμα ηττοπάθειας και αναμονής, που κυριαρχεί σ’ ένα  σημαντικό τμήμα των εργαζομένων πολλαπλασιάζει τις δυσκολίες. Γι΄ αυτό και είναι ανάγκη το συνδικαλιστικό κίνημα να πάρει υπόψη του αυτές τις δυσκολίες, προκειμένου να οργανωθούν αντιστάσεις και κινητοποιήσεις απέναντι στα μέτρα.
Όλο αυτό το διάστημα έχουμε κάνει κριτική και μάλιστα σκληρή στην πλειοψηφική ηγεσία της ΓΣΕΕ.
Δυστυχώς αυτό που έχει εκπέμψει το συνδικαλιστικό κίνημα μέχρι σήμερα και ειδικά η πλειοψηφία της  ΓΣΕΕ είναι μια θολή εικόνα, αν όχι μια εικόνα που έχει απομακρύνει τους εργαζόμενους από τα συνδικάτα και τα έχει απαξιώσει στη συνείδησή τους.
Οι προηγούμενες τακτικές  της αδράνειας, της αφωνίας, της ακινησίας, των πολιτικών ζικ-ζακ, του κοινωνικού εταιρισμού, της απουσίας βούλησης για ένα στέρεο και συνεκτικό αγωνιστικό σχέδιο αντίστασης, της μη στήριξης στην πράξη των όποιων αποφάσεων για μεγάλες πανεργατικές απεργίες δεν μπορούν να συνεχιστούν σε επίπεδο τριτοβάθμιας οργάνωσης.
Το μόνο που κάνει η ηγεσία της ΓΣΕΕ είναι να προσπαθεί  (ακόμα και σήμερα) ουσιαστικά  να επιβεβαιωθεί για την τακτική της δικαιολόγησης επί της ουσίας των μνημονιακών μέτρων τα προηγούμενα χρόνια και να αξιοποιεί τις υποχωρήσεις της σημερινής κυβέρνησης και τη συνομολόγηση του 3ου μνημονίου ως δικαίωση των επιλογών της!
Αποκορύφωμα σε αυτή την στάση ήταν η απόφασή της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ να συνταχθεί ανοιχτά και Δημόσια με το ΝΑΙ στο Δημοψήφισμα του Ιουλίου, εντασσόμενη καθαρά με το σκληρό μνημονιακό κυβερνητικό μπλοκ, τους εργοδότες και την πλειοψηφία των ΜΜΕ, που προσπαθούσαν να τρομοκρατήσουν το λαό μας και τους εργαζόμενους και να ακυρώσουν κάθε αντίσταση ενάντια στους εκβιασμούς των δανειστών και των «θεσμών».
Για τους εργαζόμενους  η σημερινή στάση της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ είναι εντελώς φαιδρή, η οποία ενώ εδώ και 6 χρόνια έβαζε ουσιαστικά πλάτη στις Κυβερνήσεις των Μνημονίων, να θέλει εμφανίζεται σήμερα ως αντικυβερνητική -  αντιμνημονιακή δύναμη!, καταρρακώνοντας ακόμα παραπάνω όχι μόνο τη  δική της αξιοπιστία, αλλά και αυτή του συνδικαλιστικού κινήματος.  
Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΜΕ εξακολουθεί να συνεχίζει την ίδια αδιέξοδη, σεχταριστική, διαχωριστική και αντι-ενωτική του τακτική. Το ΠΑΜΕ στο όνομα μιας δήθεν ταξικής καθαρότητας, ουσιαστικά συμβάλλει στην αναποτελεσματικότητα των αγώνων και στην ηττοπάθεια.
Αντικειμενικά το ΠΑΜΕ λειτουργεί  με βάση τις δικές του, στενές παραταξιακές ανάγκες, τις κομματικές προτεραιότητες και ιεραρχήσεις, και με τη στάση του ούτε αντιστέκεται, ούτε αγωνίζεται για τα υπαρκτά σημερινά προβλήματα των εργαζομένων και  αναγκαία ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών, μεταθέτοντας τις όποιες λύσεις στο σοσιαλιστικό αύριο.
Με τον τρόπο αυτό όμως, διευκολύνει το μνημονιακό μπλοκ και τις νεοφιλελεύθερες  αφού υπονομεύει ανοιχτά την ενότητα δράσης των εργαζομένων και των συνδικάτων. 

Συνάδελφοι,  
Για εμάς, είναι καθαρό.
Είναι καιρός πια να κοιτάξουμε κατάματα τις ευθύνες μας και να ανασυγκροτηθούμε σε αγωνιστική κατεύθυνση διαρκείας. 
Αυτό που χρειάζεται σήμερα, μέσα σε συνθήκες γενικής επίθεσης ενάντια στους εργαζόμενους και τα δικαιώματά τους, είναι  η γενική αντεπίθεση: δηλαδή οι συντονισμένοι πανεργατικοί – παλλαϊκοί αγώνες, στους οποίους η ΓΣΕΕ θα πρέπει να είναι μπροστά και ορατή στους εργαζόμενους.
Χρειάζεται μια νέα επίπονη προσπάθεια  για την ενημέρωση και τον συντονισμό των εργαζομένων, την ανάδειξη των επιπτώσεων των μνημονιακών πολιτικών και σε άλλα στρώματα της κοινωνίας, με στόχο τη διεύρυνση του μετώπου των διεκδικήσεων, τη λήψη πρωτοβουλιών με τους μικρομεσαίους και τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται με αυτή την πολιτική.
Στο πλαίσιο αυτό, προτείνουμε η ΓΣΕΕ από σήμερα να πάρει πρωτοβουλίες  ενημέρωσης και κινητοποίησης των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των νέων  για όλα τα ζητήματα που είναι ανοιχτά: ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό, εργασιακά, υπερφορολόγηση, αντιμετώπιση της ανεργίας, ιδιωτικοποιήσεις, υπεράσπισης της λαϊκής κατοικίας.
Να οργανωθούν από σήμερα και ως τέλος Γενάρη 2016  και σε όλη την περιφέρεια με τα Ε.Κ., αλλά και στην Αθήνα με τις Ομοσπονδίες, συζητήσεις,  συσκέψεις, ημερίδες, για όλες τις ανατροπές που συντελούνται στην Κοινωνική Ασφάλιση και να τεθεί σ’ όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων και των συνταξιούχων και να εκδηλωθούν κινητοποιήσεις για αυτό το θέμα.
Η σύνδεση των συνδικάτων αλλά και της ΓΣΕΕ με τα πολύμορφα κινήματα που αναπτύσσονται και δυναμώνουν μέσα στις γειτονιές και τις πόλεις, με αιχμή τα σοβαρά προβλήματα (δάνεια,  πλειστηριασμοί, ασφαλιστικό, ανεργία  κλπ), που αντιμετωπίζει ο κόσμος της εργασίας και η πλειοψηφία του λαού μας εξαιτίας της μνημονιακής καταστροφής,  είναι απολύτως αναγκαία στις νέες συνθήκες και προϋπόθεση διεύρυνσης του μετώπου αντίστασης και αγώνα μας. 

Προτείνουμε να αποφασιστεί η οργάνωση 24ωρης ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ μαζί με την ΑΔΕΔΥ το 1ο δεκαήμερο του Φλεβάρη, με βασική αιχμή το Ασφαλιστικό. 

Για τις ιδιωτικοποιήσεις των λιμανιών, των περιφερειακών αεροδρομίων, του σιδηρόδρομου και των μεταφορών στην Αθήνα, καθώς και της ΔΕΗ,  θα πρέπει η ΓΣΕΕ να αναλάβει την ανάπτυξη συντονισμού των δράσεων σε συνδικαλιστικό επίπεδο, διευρύνοντας το μέτωπο με άλλους φορείς, Εργατικά Κέντρα, ΑΔΕΔΥ και όλων των περιοχών που επηρεάζονται από αυτές.
Επιπλέον, η  υπεράσπιση των βασικών αγαθών της υγείας, της παιδείας και της πρόνοιας πρέπει να πάρει ευρύτερο χαρακτήρα, γιατί το θέμα δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους σ’ αυτούς τους τομείς, αλλά πρωτίστως τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών, δηλαδή τους εργαζόμενους και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Για την υπεράσπιση των εργασιακών σχέσεων, πρέπει να προτάξουμε παντού τις σταθερές εργασιακές σχέσεις, την κατάργηση των εργολαβιών και της ενοικιαζόμενης εργασίας, την υπεράσπιση του πενθήμερου, την υπεράσπιση της κυριακάτικης αργίας. 
Μετά από πέντε χρόνια μειώσεων των αποδοχών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, πρέπει φέτος να τεθεί θέμα αυξήσεων των μισθών και άμεσης επαναφοράς του κατώτατου μισθού στα 751€, επαναφορά του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της διαιτησίας και της υπογραφής ΣΣΕ και της υποχρεωτικής επεκτασιμότητας τους.
Η ΓΣΕΕ πρέπει επιτέλους να  στρέψει την προσοχή της στο σύνολο της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα στους ανέργους και στους επισφαλώς και περιοδικώς  εργαζόμενους, που είναι εκτός του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος, με τη συγκρότηση επιτροπών κλπ για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους και την ένταξή τους στα σωματεία ή τη δημιουργία νέων, όπου δεν υπάρχουν. Η δράση μας αυτή, στους «εκτός των τειχών» εργαζόμενους, είναι απολύτως αναγκαία, αφού το 90% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, οι 1,5 εκατ. άνεργοι και χιλιάδες εργαζόμενοι στο δημόσιο με επισφαλείς εργασιακές σχέσεις, δεν εκπροσωπούνται από τα συνδικάτα.
Καθήκον μας, λοιπόν και το επόμενο διάστημα, είναι να οργανώσουμε την αντίσταση των εργαζομένων και να οικοδομήσουμε ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες για την ανατροπή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στη χώρα μας και την Ευρώπη, για την ακύρωση των μνημονίων και τη σύνδεση της συνδικαλιστικής  πάλης με τον αγώνα για τη διαγραφή του χρέους, τη δημόσια ιδιοκτησία και τον κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών, για τη φορολόγηση του πλούτου και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε όφελος του λαού και του τόπου.